«Είναι τα τραγούδια μας ηφαίστεια που καίνε.
Σώματα κι αγάλματα βγάζουνε φτερά. Τα αρχαία πάθη μας και τα φιλιά σου φταίνε. Κοίτα αναστήθηκα για δεύτερη φορά» και κάθε φορά που ακούμε τον Δημήτρη Μητροπάνο και τον τραγουδάμε η «Ανάσταση» μέσα μας στέκει σαν επανάσταση απέναντι στο φευγιό του.
Ήταν17 Απριλίου όταν ο Δημήτρης Μητροπάνος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Εκεί εμφάνισε πνευμονικό οίδημα και μεταφέρθηκε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή στις 11:00 το πρωί, σε ηλικία 64 ετών.
Η είδηση του θανάτου συνταρακτική τόσο για εκείνους που συνεργάστηκαν μαζί του και τους οικείους του όσο και για ολόκληρη την Ελλάδα! Όσα χρόνια όμως κι αν μετράμε από την απώλεια του τόσο πιο πολύ θα τον μνημονεύουμε καθώς υπήρξε ο ερμηνευτής εκείνος που άλλαξε την ιστορία του λαϊκού τραγουδιού!
Ο Δημήτρης Μητροπάνος έπειτα από παρότρυνση του Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον οποίο γνώρισε σε μία συγκέντρωση της εταιρίας του θείου του στην οποία τραγούδησε, επισκέφτηκε την «Κολούμπια». Εκεί ο Τάκης Λαμπρόπουλος του γνώρισε τον Γιώργο Ζαμπέτα, δίπλα στον οποίο θα δουλέψει στα «Ξημερώματα».
Τον Ζαμπέτα τον μνημόνευε ως μεγάλο του δάσκαλο και δεύτερο πατέρα. Όπως έχει δηλώσει, «ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα». Το 1966 ο Μητροπάνος συναντάται, τυχαία, για πρώτη φόρα με τον Μίκη Θεοδωράκη και ερμηνεύει, στη θέση άλλου καλλιτέχνη που τότε ασθενούσε, μέρη από τη «Ρωμιοσύνη» και το «Άξιον Εστί» σε μια σειρά συναυλιών στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Το 1967, ο Μητροπάνος ηχογράφησε τον πρώτο του 45άρη δίσκο, με το τραγούδι «Θεσσαλονίκη». Είχε προηγηθεί η ηχογράφηση του τραγουδιού «Χαμένη Πασχαλιά»,(Κουμπής μουσική - Ιατρόπουλος στίχοι) το οποίο όμως λογοκρίθηκε από τη Χούντα και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.Σημαντική ήταν η συνεργασία του με τη δισκογραφική εταιρεία ΜΙΝΟΣ-ΕΜΙ, με την οποία έκανε μια δεύτερη μεγάλη καριέρα.
Το 1972 υπήρξε ένας σημαντικός σταθμός: ο συνθέτης Δήμος Μούτσης και ο ποιητής-στιχουργός Μάνος Ελευθερίου κυκλοφόρησαν τον «Άγιο Φεβρουάριο», με ερμηνευτές τον Μητροπάνο και την Πετρή Σαλπέα, σηματοδοτώντας ένα σταθμό στην ελληνική μουσική. Ακολούθησαν «Ο Δρόμος για τα Κύθηρα» του Γιώργου Κατσαρού και «Τα Συναξάρια» του Γιώργου Χατζηνάσιου, έργα με απήχηση στο κοινό.
Στη μακρόχρονη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους δημιουργούς του λαϊκού αλλά και του έντεχνου τραγουδιού. Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δήμος Μούτσης, Απόστολος Καλδάρας, Λάκης Παπαδόπουλος, Μάριος Τόκας, Σπύρος Παπαβασιλείου, Τάκης Μουσαφίρης («Εμείς Οι Δυο» κ.α.), Χρήστος Νικολόπουλος («Πάρε Αποφάσεις» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), Γιάννης Σπανός («Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό») ήταν οι συνθέτες με τους οποίους συνδέθηκε επαγγελματικά, χτίζοντας μια καριέρα συνυφασμένη με την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Η συμμετοχή του σε δίσκους των Λάκη Παπαδόπουλου (με το τραγούδι «Για Να Σ' Εκδικηθώ») και Νίκου Πορτοκάλογλου («Κλείνω Κι Έρχομαι») αναδεικνύουν εκείνη την εποχή την ευρεία γκάμα της ερμηνείας του και προαναγγέλλουν μια στροφή στον τρόπο ερμηνείας του, που θα οδηγήσει σε μια σειρά από δίσκους που άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό την έννοια του καλού σύγχρονου λαϊκού τραγουδιού. Οι συνεργασίες με τον Μάριο Τόκα και το Φίλιππο Γράψα («Η Εθνική Μας Μοναξιά» το 1992 και «Παρέα Μ' Έναν Ήλιο» το 1994) συνδυάζουν τη λαϊκή υφή και συναίσθημα με τη πιο βαθιά έννοια στίχων και τη χρησιμοποίηση λέξεων πιο επιτηδευμένων. Παράλληλα, η απήχηση των τραγουδιών στην κοινωνία και η εμπορική επιτυχία αναδεικνύουν αυτές τις δημιουργίες ως εργαλεία αλλά και συμπτώματα της εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας. Από το 1992 και μετά τη συνεργασία του με τον Μάριο Τόκα ο Μητροπάνος καθιερώνεται στο Πάνθεον των Ελλήνων τραγουδιστών.
Η πολύ σημαντική συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο το 1996, στον δίσκο «Στου Αιώνα Την Παράγκα», σε στίχους Άλκη Αλκαίου, Κώστα Λαχά, Λίνας Νικολακοπούλου και Γιώργου Κακουλίδη, αποτελεί στροφή του ερμηνευτή σε ακόμα πιο «έντεχνες» διαδρομές, διατηρώντας και πάλι την ταυτότητα του λαϊκού. Μετά το 1996 και την πιο επιτυχημένη του συνεργασία στην Ελληνική Δισκογραφία, ο Μητροπάνος αναγνωρίζεται ως η Εθνική Φωνή της Ελλάδας! (Ενορχήστρωση: Αντώνης Μιτζέλος)
Ο Μητροπάνος συνεχίζει στα ίδια μονοπάτια, με τραγούδια των Μικρούτσικου, Κορακάκη, Μουκίδη, Παπαδημητρίου κ.α. στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές του 2000. Από τις τελευταίες δουλειές του Θεσσαλού αοιδού, ξεχωρίζει το «Πες Μου Τ' Αληθινά Σου» σε μουσική Στέφανου Κορκολή και στίχους Ελεάνας Βραχάλη και Νίκου Μωραΐτη, αλλά και η ζωντανή ηχογράφηση «Υπάρχει Και Το Ζεϊμπέκικο», από το πρόγραμμα - ωδή στον εθνικό χορό της Ελλάδας, μαζί με τους Θέμη Αδαμαντίδη και Δημήτρη Μπάση, καθώς επίσης και ο δίσκος «Στη Διαπασών», ο οποίος περιέχει 12 λαϊκά τραγούδια και μια μπαλάντα. Από τα τραγούδια του δίσκου ξεχωρίζει το τραγούδι «Η Εκδρομή» του Γιάννη Μηλιώκα, το οποίο γράφτηκε για την επιστροφή του ερμηνευτή στη δισκογραφία μετά από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του Δημήτρη Μητροπάνου, ήταν η ζωντανή ηχογράφηση της συναυλίας του στο Ηρώδειο (Σεπτέμβριος 2009), αποτελούμενη από 2 CD με τον τίτλο «Τα Τραγούδια Της Ζωής Μου», και ο δίσκος «Εδώ Είμαστε» με τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη σε στίχους του ίδιου, της Λίνας Νικολακοπούλου, του Μάνου Ελευθερίου, του Λάκη Λαζόπουλου και ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά.
Τον Ιούνιο του 2012, κυκλοφορεί το άλμπουμ-αφιέρωμα στο συνθέτη Μάριο Τόκα με τίτλο «Ήλιος Κόκκινος», στο οποίο συμμετέχει μεταξύ άλλων ο Δημήτρης Μητροπάνος με τρία τραγούδια («Της Μοναξιάς Οι Σκλάβοι», «Γράψε Μου Κάτι», «Υπάρχουν Κάτι Μελωδίες»). Τα τραγούδια αυτά σε μουσική του Τόκα είναι και τα τελευταία που ηχογράφησε ο Δημήτρης Μητροπάνος και μάλιστα λίγες μέρες πριν το θάνατό του. Μεγάλες, διαχρονικές του επιτυχίες ήταν τα τραγούδια «Σ' Αναζητώ Στη Σαλονίκη», «Πάντα Γελαστοί», «Ρόζα», «Τα Λαδάδικα»
Θέλω να με θυμούνται σαν έναν κανονικό άνθρωπο
Η τελευταία συνέντευξη της ζωής του
H μουσική
«Δεν έμαθα ποτέ μουσική, δεν ξέρω μουσική. Δεν ξέρω πού γράφεται το ντο, δεν ξέρω κανένα όργανο, δεν ξέρω τίποτα. Μια φορά αποφάσισα να μάθω λίγη κιθάρα και πήγα στον Γεράσιμο Μηλιαρέση, έναν από τους καλύτερους κιθαρίστες. Αυτός, όμως, το ’δε να με κάνει Σεγκόβια! “Είναι κρίμα” μου ’λεγε “έχεις καταπληκτικά χέρια, έχεις ταλέντο”. Τον χαιρέτησα κι έφυγα. Δεν το ’χα σκοπό να μάθω, ούτε διάθεση – είχα το σχολείο μου, είχα τόσα πράγματα, δεν ήθελα να βάλω κι άλλο μπελά στο κεφάλι μου. Βέβαια, τόσα χρόνια που δουλεύω, με τόσους κιθαρίστες, κάτι θα μπορούσα να ’χω πιάσει. Ε, τεμπελάκος ήμουνα, τ’ άφησα και πέρασε έτσι το πράγμα»
Οι αλητείες, τα ξενύχτια και οι γυναίκες
«Αν έκανα αλητείες; Και βέβαια έκανα. Και πολλές μάλιστα! Έπινα πολύ, ξενυχτούσα πολύ – στα πρωινά “μαγαζιά” με τα μπουζούκια ήμουν ο καλύτερος πελάτης. Τέσσερις το πρωί τέλειωνα τη δουλειά και συνέχιζα – δώδεκα το μεσημέρι πήγαινα για ύπνο. Ναι, έκανα αλητείες, εντάξει. Αλλά τις έκανα για μένα, γιατί το ευχαριστιόμουνα εγώ. Και γυναίκες κυνήγησα και για γυναίκες πόνεσα. Δεν ξέρω αν μετρούσε για εκείνες το ότι ήμουνα τραγουδιστής, εμένα μια φορά δεν με αφορούσε. Κάποιες φορές το εκμεταλλεύτηκα –μη λέμε και ψέματα–, δεν ήταν όμως στόχος μου αυτός. Πιο πολύ με ενδιέφερε, ας πούμε, ο Ολυμπιακός, από κάποια άλλα πράγματα…».
Η γυναίκα «βράχος» στο πλευρό του, η Βένια του
201203201227170.4486_ZEYGOS_MITROPANOY_19032012.jpg
«Η Βένια είναι ο άνθρωπός μου, ο άνθρωπος που μοιράζομαι τη ζωή μου. Την αγαπάω πολύ, με αγαπάει κι εκείνη και ας πέρασε τα πάνδεινα από μένα. Ε, αυτό»
Ο θάνατος
«Τι να φοβηθώ; Χορτάτος είμαι. Στη ζωή μου και καλά πέρασα και άσχημα πέρασα και “πέρα” πήγα και γύρισα. Όλα τα ’κανα». Θρήσκος δεν είναι, ομολογεί όμως πως είδε το «χέρι του Θεού» στη διαδρομή του. Πού; «Στο θέμα της υγείας μου καταρχήν. Όταν πήγε ο σταφυλόκοκκος στο αίμα και πειράχτηκε το νεφρό μου, όλοι με είχαν για ξεγραμμένο. Χρειάστηκε να πάω στη Γαλλία για να μου πουν πως η μεταμόσχευση ήταν μια υπόθεση ρουτίνας… Είναι όμως κάποιες εξήντα μέρες στο νοσοκομείο –εκεί στην πρώτη νοσηλεία μου, πριν από την επέμβαση– που δεν υπάρχουν καν στο μυαλό μου. Δεν ήμουν σε κώμα, αλλά δεν επικοινωνούσα με κανέναν, έλεγα περίεργα πράγματα, είχα παραισθήσεις. Είναι σαν να μην τις έζησα ποτέ αυτές τις μέρες – μου τις διηγήθηκαν μετά. Αν συμφιλιώθηκα με την ιδέα του θανάτου; Δεν ξέρω, δεν κουβέντιασα ποτέ με τον εαυτό μου τέτοια πράγματα, ούτε με απασχόλησαν ποτέ. Ένα γεγονός της ζωής είναι και ο θάνατος. Κάποτε, μοιραία, θα έρθει. Την ανημπόρια δεν θέλω εγώ. Αυτό φοβάμαι περισσότερο απ’ όλα. Αυτό, μόνο»
Πηγή Down Town